παρεστηκα

παρεστηκα
    παρέστηκα
    pf. к παρίστημι См. παριστημι

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "παρεστηκα" в других словарях:

  • παρέστηκα — παρίστημι cause to stand perf ind act 1st sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεστήκασι — παρεστήκᾱσι , παρίστημι cause to stand perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρεστήκασιν — παρεστήκᾱσιν , παρίστημι cause to stand perf ind act 3rd pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παρέστηχ' — παρέστηκα , παρίστημι cause to stand perf ind act 1st sg παρέστηκε , παρίστημι cause to stand perf imperat act 2nd sg παρέστηκε , παρίστημι cause to stand perf ind act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • παραστέκω — και παραστέκομαι (ενεργ. και μέσ.) 1. στέκομαι κοντά σε κάποιον για να τόν υπερασπίζω ή ως ακόλουθός του, είμαι παραστάτης κάποιου («τον Άριστον ο μπάρμπας δεν αφήνει / άλλον να τού παρασταθεί», Ερωτόκρ.) 2. συντρέχω, βοηθώ, παρέχω συνδρομή σε… …   Dictionary of Greek

  • παριστάνω — και παρασταίνω / παριστάνω και παρίστημι και παριστῶ, άω, ΝΜΑ νεοελλ. 1. εικονίζω, εμφανίζω παράσταση, ζωγραφίζω, απεικονίζω (α. «η εικόνα παριστάνει τη Γέννηση τού Χριστού» β. «ανάγλυφον παριστών την Αθηνά») 2. (για ηθοποιούς) υποδύομαι έναν… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»